Μεθοδος

Αντιπηκτικό

Αναγκαιότητα

Ανοσοφαινότυπος

EDTA/Heparin

Επικουρικός

Καρυοτυπική Ανάλυση

Heparin

Επικουρική

FISH

EDTA

Υποχρεωτική

Μοριακές

EDTA/Heparin

Επικουρικές

Ανοσοφαινότυπος

CD45, CD19, CD56 και CD138 είναι σχετικοί επιφανειακοί δείκτες στο Πολλαπλούν Μυέλωμα

Τα παθολογικά πλασματοκύτταρα συχνά έχουν ελαττωμένη ή απούσα έκφραση του παν-λευκοκυτταρικού αντιγόνου CD45 και του Β-κυτταρικού δείκτη CD19 σε σύγκριση με τα φυσιολογικά, πολυκλωνικά πλασματοκύτταρα. Επιπρόσθετα, η παθολογική έκφραση του αντιγόνου CD56, που φυσιολογικά δεν εκφράζεται στα πλασματοκύτταρα, είναι εμφανής σε πολλές περιπτώσεις. Σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρείται απώλεια της έκφρασης του CD27 ή/και του CD81. Περίπου στο 1/3 των περιπτώσεων, μπορεί να ανιχνευθεί παθολογική έκφραση CD20, CD28, CD33 και CD117 (WHO 2022).

Προσδιορισμός μετρήσιμης /ελάχιστης υπολειπόμενης νόσου (MRD)

Ο ανοσοφαινότυπος είναι επίσης χρήσιμος στην παρακολούθηση μετά τη θεραπεία του πολλαπλού μυελώματος και έχει καθιερωθεί στην εκτίμηση της μετρήσιμης υπολειπόμενης νόσου (MRD). Μετα-αναλύσεις έχουν επιβεβαιώσει την υψηλη προγνωστική αξία της αρνητικής MRD (Landgren et al. 2016, Lahuerta et al. 2017, Munshi et al. 2017, Munshi et al. 2020). Ήδη χρησιμοποιείται ως καταληκτικό σημείο σε πολλές μελέτες (Mateos et al. 2018, Avet-Loiseau et al. 2020, Anderson et al. 2021, Bertamini et al. 2021).

Χρωμοσωμική ανάλυση

Fluorescence in situ hybridisation (FISH)

Η FISH ανάλυση έχει ιδιαίτερη αξία στο πολλαπλούν μυέλωμα. Μετά από εμπλουτισμό με μαγνητικό κυτταροδιαχωρισμό (MACS) για CD138+ κύτταρα, επιτυγχάνεται κυτταρική καθαρότητα πλάσματος επιπέδου >80% ακόμα και στο MGUS, ακόμη κι αν το επίπεδο διήθησης στον μυελό των οστών είναι πολύ χαμηλότερο. Λόγω του εμπλουτισμού των CD138+ κυττάρων, οι χρωμοσωμικές βλάβες μπορούν να ανιχνευθούν με FISH στο 88-97% του πολλαπλού μυελώματος, μερικές με μεγάλη προγνωστική συσχέτιση.

Για κυτταρογενετική διαγνωστική, το International Myeloma Working Group συνιστά τουλάχιστον τη διενέργεια αναλύσεων FISH για την ανίχνευση του 17p deletion, όπως και των αντιμεταθέσεων t(4;14) και t(14;16). Αναλύσεις για την ανίχνευση των 1q gains και 1p deletions, όπως επίσης των  t(14;20) και t(11;14), αποτελούν χρήσιμη επέκταση στη διαστρωμάτωση κινδύνου των ασθενών, ιδέ Πίνακα 1.

Πίνακας 1: Κυτταρογενετικοί high risk και standard risk παράγοντες

Publication

High risk

Standard risk

Palumbo et al. 2015

t(4;14), t(14;16), del(17p)

all others

Sonneveld et al. 2016

t(4;14), t(14;16), del(17p),
t(14;20), 1q gain

all others, including
t(11;14), t(6;14)

Ravi & Gonsalves 2021

t(4;14), t(14;16), del(17p),
t(14;20), 1q gain/
amplification, del(1p), MYC-Rearrangement

 

Rajkumar 2022

t(4;14), t(14;16), t(14;20), del(17p), 1q gain

Trisomies, t(11;14), t(6;14)

D'Agostino et al. 2022

t(4;14), del(17p), 1q gain

 

Το European Myeloma Network συγκαταλέγει επίσης το del(17p), την t(4;14) και την del(1p) στους δυσμενείς προγνωστικούς δείκτες, όπως και το 1q gain. Η αντιμετάθεση t(14;16) συγκαταλέγεται επίσης ως δυσμενής προγνωστικός παράγοντας, παρά το γεγονός ότι η αρνητική επίδραση στην επιβίωση δεν μπόρεσε να επιβεβαιωθεί στην IFM (Intergroupe Francophone du Myelome) μελέτη. Αντίθετα, συσχέτιση με ευμενή πρόγνωση ή σταθερό κίνδυνο περιγράφεται για την αντιμετάθεση t(11;14) και την υπερδιπλοειδία (Caers et al. 2018).

Διαφοροποίηση μεταξύ υπερδιπλοειδικού και μη-υπερδιπλοειδικού πολλαπλού μυελώματος

Κυτταρογενετικά, η ομάδα υπερδιπλοειδίας μπορεί να διακριθεί από την ομάδα μη-υπερδιπλοειδίας (Sawyer 2011):

Κυτταρογενετική ταξινόμηση Πολλαπλού Μυελώματος (International Myeloma Working Group, IMWG):

  • Υπερδιπλοειδικό MM: 50-60% των ασθενών, πολλαπλές τρισωμίες, ευμενής πρόγνωση
  • Μη-υπερδιπλοειδικό MM: 40-50% των ασθενών, ομάδες χρωμοσωμάτων υποδιπλοειδίας/ψευδοδιπλοειδίας, μεγάλη συχνότητα IGH αντιμεταθέσεων, πρόγνωση εξαρτώμενη από τη συγκεκριμένη IGH αναδιάταξη (ιδέ Πίνακα 1).

Μοριακή γενετική

Βασικό διαγνωστικό πανελ:

BRAF, KRAS, NRAS, TP53

Η ανίχνευση μεταλλάξεων στο TP53 γονίδιο μπορεί να βοηθήσει στην ταυτοποίηση ασθενών υψηλού κινδύνου. Εάν υπάρχει μετάλλαξη στο TP53 γονίδιο μαζί με del(17p), αυτό οδηγεί σε διαλληλική TP53 αδρανοποίηση, κάτι που συνεπάγεται εξαιρετικά δυσμενή πρόγνωση (Walker et al. 2019, Corre et al. 2021).

Πέρα από τη μετάλλαξη του TP53, μεταλλάξεις στα RAS γονίδια, KRAS και NRAS, θεωρούνται επίσης δευτερογενείς γενετικές βλάβες με επίπτωση 20% η καθεμία. Λόγω της υψηλής επίπτωσης των RAS μεταλλάξεων και τη διαθεσιμότητα των αναστολέων, αυτές οι βλάβες αποτελούν μια ενδιαφέρουσα μελλοντική θεραπευτική επιλογή. Έτσι, αναστολείς δοκιμάζονται πλέον σε προ- και κλινικές μελέτες επιτυχώς (Walker et al. 2015, Heuck et al. 2016, Sriskandarajah et al. 2020).

Ένας επιπλέον δυνητικός στόχος στοχευμένων θεραπειών είναι η μετάλλαξη V600E στο BRAF γονίδιο (Andrulis et al. 2013, Robiou du Pont et al. 2017).